Προς
Τον Πρόεδρο της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας
κ. Αθανάσιο Μπούρα
Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε,
Πληροφορηθήκαμε προσφάτως, μέσω σχετικής ανακοίνωσης της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, κ. Γ. Αδειλίνη, την απόφασή της να προχωρήσει στην αρχειοθέτηση της υπόθεσης των υποκλοπών, σε συμφωνία με το περιεχόμενο του πορίσματος της προκαταρκτικής εξέτασης του Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Αχ. Ζήση, στον οποίο «προσωπικά» ανατέθηκε η υπόθεση λόγω, όπως αναφέρει η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, «της μείζονος σημασίας της». Σύμφωνα με το περιεχόμενο της ανακοίνωσης, από την έρευνα που διενεργήθηκε στο πλαίσιο της υπόθεσης «συνάγεται αναντίλεκτα ότι δεν υπήρξε καμία απολύτως εμπλοκή με το κατασκοπευτικό λογισμικό predator ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο λογισμικό κρατικής υπηρεσίας και της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ), της Αντιτρομοκρατικής (Δ.Α.Ε.Ε.Β.) και γενικότερα της ΕΛΑΣ (Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη) ή οποιουδήποτε κρατικού λειτουργού». Αντιθέτως, «προέκυψαν «επαρκείς ενδείξεις» στο στάδιο αυτό για την κίνηση ποινικής δίωξης σε βάρος ορισμένων νομικών εκπροσώπων και πραγματικών ιδιοκτητών εταιρειών, για αξιόποινες πράξεις, όπως της παραβίασης του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας κλπ», οι οποίες «κρίθηκε ότι πρέπει να οδηγήσουν τη σχετική κατηγορία στο ακροατήριο για να ελεγχθεί η βασιμότητα αυτής ή όχι», δίχως, ωστόσο, να είναι σαφές σε τί ακριβώς έγκεινται αυτές και πώς, αντιθέτως, προκύπτει η έλλειψή τους στην περίπτωση των κρατικών υπηρεσιών. Στο πλαίσιο αυτό, μάλιστα, η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου επισημαίνει ότι «σε καμία άλλη χώρα δεν διεξήχθη τόσο ενδελεχής (Δικαστική) έρευνα -με τη συμμετοχή μάλιστα και τριών Ανεξαρτήτων Αρχών- για παρόμοια υπόθεση, στις περισσότερες δε περιπτώσεις οι ανάλογες έρευνες κατέληξαν σε επιβολή απλών κυρώσεων και δη προστίμων σε βάρος των ανωτέρω εμπλεκομένων εταιρειών».
Η εξέλιξη αυτή, η οποία αποτελεί το πλέον πρόσφατο επεισόδιο στο σκάνδαλο των υποκλοπών, πυροδοτεί σειρά ερωτημάτων σχετικά τόσο με το σκεπτικό της απόφασης αρχειοθέτησης, τις «επαρκείς ενδείξεις» που οδήγησαν στην παραπομπή των ιδιωτών στο ακροατήριο, αλλά και το περιεχόμενο του αποδεικτικού υλικού, βάσει του οποίου «συνάγεται αναντίλεκτα» η μη εμπλοκή με το predator κρατικών αξιωματούχων, δεδομένου, μάλιστα ότι οι στόχοι των παρακολουθήσεων σε πολλές περιπτώσεις ταυτίζονταν. Στο μεταξύ, ούτε το πόρισμα της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, ούτε το υλικό της προκαταρκτικής εξέτασης που οδήγησε σε αυτό κοινοποιήθηκαν στη Βουλή των Ελλήνων ή, έστω, στον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, κ. Νίκο Ανδρουλάκη, οι νομικές ενέργειες του οποίου ως άμεσα θιγόμενου έφεραν στο φως ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της Μεταπολίτευσης.
Σύμφωνα με το άρθρο 43Α του Κανονισμού της Βουλής, «στην αρμοδιότητα της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας ανήκει ο κοινοβουλευτικός έλεγχος για τα ζητήματα που αφορούν τη δραστηριότητα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών», ενώ η Επιτροπή «μπορεί να καλεί σε ακρόαση λειτουργούς του κράτους, καθώς και οποιοδήποτε δημόσιο πρόσωπο για θέματα που αφορούν στη λειτουργία των θεσμών και της διαφάνειας, η προσέλευση των οποίων είναι υποχρεωτική. Η Επιτροπή μπορεί να καλεί σε ακρόαση […] τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου […] για θέματα που αφορούν σε λειτουργικά ζητήματα της δικαιοσύνης προς το σκοπό της ενίσχυσης της διαφάνειας».
Ενόψει των ανωτέρω και προκειμένου να διερευνηθεί στο έπακρο ένα ζήτημα το οποίο τραυμάτισε και εξακολουθεί να τραυματίζει το κράτος δικαίου και τους θεσμούς στη χώρα μας, διασύροντάς την τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως καταμαρτυρά το από 7 Φεβρουαρίου 2024 σχετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όσο και σε διεθνές επίπεδο, ζητούμε σύμφωνα με το άρθρο 43Α του Κανονισμού της Βουλής:
1) Την άμεση σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, προκειμένου να διερευνηθεί περαιτέρω η υπόθεση της αρχειοθέτησης της υπόθεσης των υποκλοπών.
2) Την άμεση υποβολή από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας αιτήματος για τη διαβίβαση της απόφασης της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου για την αρχειοθέτηση της υπόθεσης, του πορίσματος του αρμόδιου για τη διενέργεια της σχετικής προκαταρκτικής εξέτασης Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Αχ. Ζήση, των πορισμάτων της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου Επικοινωνιών και της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, καθώς και κάθε άλλου συναφούς εγγράφου, προκειμένου να διασαφηνιστούν οι λόγοι που οδήγησαν στην αρχειοθέτηση της υπόθεσης, και
3) Την κλήση ενώπιον της Επιτροπής της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, κ. Γ. Αδειλίνη, με απόφαση της οποίας αρχειοθετήθηκε η υπόθεση.
Οι Αιτούντες Βουλευτές
Ευαγγελία Λιακούλη
Παναγιώτης Δουδωνής
Δημήτριος Μπιάγκης |